- Πολυειδής ή Πολυείδης, Θεόκλητος
- (Αδριανούπολη; τέλη 18ου αι. – 1754;/1759;). Έλληνας κληρικός, λόγιος και εκπαιδευτικός. Νέος χειροτονήθηκε μοναχός (το κοσμικό του όνομα ήταν Θεόδωρος) στην αγιορείτικη μονή των Ιβήρων, όπου χρημάτισε και ηγούμενος. Το 1713 χειροτονήθηκε διάκονος και 6 χρόνια αργότερα ιερέας. Στη συνέχεια ονομάστηκε από το οικουμενικό πατριαρχείο μέγας αρχιμανδρίτης (1725), μέγας εκκλησιάρχης του Αγίου Όρους και χωροεπίσκοπος Πολυανής και Βαρδάρων (της κεντρικής Μακεδονίας). Για 5 χρόνια υπηρέτησε ως εφημέριος στην ελληνική κοινότητα της Τοκάια στην Ουγγαρία (1719-24). Το 1731 το πατριαρχείο στέλνει τον Π. στις γερμανικές χώρες κι από εκεί προς τη Ρωσία για ζητεία. Τα ταξίδια αυτά στάθηκαν για το θρακιώτη κληρικό αποφασιστικής σημασίας: γνώρισε από κοντά τα ευρωπαϊκά πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα της εποχής, παρακολούθησε με ενδιαφέρον την εξέλιξη της ευρωπαϊκής διπλωματίας και τις κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις της θρησκευτικής μεταρρύθμισης, μελέτησε τα προβλήματα του απόδημου ελληνισμού (στη Μινόρκα, όπου χρημάτισε εφημέριος και διδάσκαλος, στη Γερμανία και στη Ρωσία) και αναζήτησε τρόπους για την τόνωση του πόθου των συμπατριωτών του για ελευθερία και επαλήθευση των παλιών χρησμολογικών προφητειών για την ανασύσταση της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ταυτόχρονα συμπλήρωνε τις σπουδές του, μαθαίνοντας τη λατινική, τη γερμανική και άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες. Ύστερα από μακρόχρονες περιοδείες στην κεντρική Ευρώπη, ξαναγύρισε στη Μακεδονία, για να την εγκαταλείψει όμως και πάλι το 1741 και να πάει στη Δρέσδη, απ’ όπου πέρασε στη Λιψία, ύστερα από πρόσκληση των Ελλήνων κατοίκων της. Εκεί ίδρυσε το 1743 την πρώτη ελληνική εκκλησία της πόλης (τότε της Αγίας Τριάδας, σήμερα του Αγίου Γεωργίου), της oποίας έγινε και ο πρώτος εφημέριος.
Από τις εργασίες του Π. οι πιο γνωστές είναι μια έκθεση της ορθόδοξης πίστης και έλεγχος των τρωτών της δυτικής Εκκλησίας, που εκδόθηκε το 1736 με τον τίτλο Sacra Tuba Fide I Apostolicae, Sanctae, Oecumenicae ac Orthodoxae Graecanae Orientalis Ecclesiae Christi, και κυρίως ο περιβόητος Αγαθάγγελος, του oποίου το κείμενο (με μερικές παραλλαγές ή ατέλειες) κυκλοφόρησε πλατιά στον ελληνικό λαό, είτε ως χειρόγραφο είτε ως φυλλάδιο (στα τέλη του 18ου αι. από τον Ρήγα και το 1824 μέσα στο πολιορκημένο Μεσολόγγι) είτε ως μικρό βιβλίο (στην Αθήνα το 1837, στην Ερμούπολη Σύρου το 1838 και στην Αθήνα το ίδιο έτος κ.εξ.). Ο Π. αναφέρεται επίσης ως συγγραφέας μερικών ακόμα (αλλά άγνωστων στις ελληνικές βιβλιοθήκες) έργων, όπως οΔιάλογος για τον κόσμο και τη ζωή, η Iστορία της μονής Ιβήρων (λατινικά) και μια εκτενής ιστορία της Ελληνικής Εκκλησίας.
O θεόκλητος Πολυειδής (ή Πολυείδης) σε μια γκραβούρα του πιο σημαντικού δογματικού και αντιρρητικού του έργου, του περίφημου «Αγαθάγγελου», ενός αποκαλυπτικού και προφητικού έργου, που ο συγγραφέας του το απέδωσε επίτηδες σ’ ένα ανύπαρκτο πρόσωπο του 13ου αιώνα, το Ροδίτη ιερομόναχο Ιερώνυμο Αγαθάγγελο. Πολλοί, ωστόσο, εξακολουθούν να τον θεωρούν ιστορικό πρόσωπο.
Dictionary of Greek. 2013.